εκεί που τρώγαμε τον περίδρομο,
μπροστά μας αρχάγγελος ξεπρόβαλες
με το σημειωματάρι σου φτερούγα,
με το καλαμάρι σου σπαθί,
όπως τα αργύρια στο Ναό του Σολομώντος
και εκσφενδονίστηκαν οι σούβλες στα κεφάλια μας,
όπως το λιθάρι του Δαβίδ στο κούτελο του Γολιάθ.
κι άπλωσε το μύρο σου σε Καρπασία και Αχαιών Ακτή.
Μέσα οδηγείς μανάδες να συναντήσουν γιους από το χτες,
μας καλείς να ζήσουμε στη ρίζα μας, στα άβατά μας μέρη
σ' όλα που δανειστήκαμε απ' τα παιδιά μας
και θα τα επιστρέψουμε.
και να σε ραίνουν μ’ ένα ματσί βασιλικό.
συνέλεγε πάπυρους ( μα πού χρόνος και διάθεση για γνώση ;)
μίλαγε τιμές και ποσότητες ( κώφευε στις αξίες και ποιότητες ).
Πίστευε η ζωή του θα διαρκέσει πολύ (στον εφιάλτη του λίγο),
αξίωνε συμμόρφωση (σαν είχε πυρετό παραμιλούσε μόρφωση).
Συνέτρεχε όσους τον θαύμαζαν, κατέτρεχε όσους θαύμαζε.
-καλή ώρα η Πυραμίδα του παππού του Χέοπα-
μια Γεωμετρία να υμνεί τον Παντοδύναμο,
σεμνή να υποκλίνεται σ’εκείνη του πατέρα Χέφρην,
ταπεινά να ακούει τα όσα τον συμβούλευε χτες.
εκεί, στην ουράνια γαλήνη, τα πράγματα είναι αλλιώς.
Κανένα πάθος στο εξής δε σ’εμποδίζει να
δοκιμάσεις, να εκτιμήσεις πια με συντριβή τα όσα περιφρόνησες,
να προτιμήσεις απ' όλα ένα όνομα καλό, μια υπόληψη
να αντέχει πάνω απ’ όλα (αν το όλα τα λέει όντως όλα).
ακόμα και τη στιγμή την τελευταία.
Σημείωση ποιητή: Ο Φαραώ Μυκερίνος, σε αυτογνωσία παρήγγειλε για την ταφή τουμια μικρή Πυραμίδα
(ενώ θα μπορούσε να την είχε παραγγείλει μεγάλη), γιατί δεν κατόρθωσε στη ζωή
του όσα σημαντικά πέτυχε ο παππούς του Φαραώ Χέωψ και ο πατέρας του Φαραώ Χέφρην.
ΔΑΚΤΥΛΑ ΤΥΦΛΑ
σαν μετρούσαν χρήματα, χτήματα, βλήματα
κι έδειχναν τον αθώο του αιώνα για απατεώνα,
σαν υπέγραφαν πόλεμο κι έσβηναν την ειρήνη,
σαν τράβαγαν, έσπρωχναν, ένευαν ή κούρδιζαν
κι έσφιγγαν, έστριβαν, στραγγάλιζαν,
σαν έκλεβαν κι έκρυβαν τεκμήρια τόσα
και πίεζαν το κουμπί για δεινά άλλα τόσα.
να σμίγουν με τα δικά σου που καλούν
να αγγίζουν με αύρα τη γεωγραφία της αγάπης,
να σε περιδιαβάζουν απ’ τη φτέρνα στο μέτωπο
να δονούνται με το λίκνισμα της μέσης σου,
να απλώνουν μαγικά στο στήθος σου,
στην ακτή των χειλιών σου που με προσκαλούν.
τυφλά ν’ αγγίξουν τη δροσιά της φλόγας σου,
να δουν, να πιστέψουν και να χαϊδέψουν
το μέσα σου χαμόγελο, το μέσα σου άστρο
ώριμος καρπός για όσους κατέχουν τη σκάλα.
Η ΑΡΙΑΔΝΗ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
Αναθεματίζεις τη μοναξιά σου, μα δες,
την Αριάδνη δες, που ξέχασε ο Θησέαςκι ας τον διέσωσε, ας τον έστησε ήρωα,
ας τον ακολούθησε τυφλά, δίχως μίτο,
για χάρη ας πέταξε το στέμμα της Κνωσού.
όχι σε πέλαγος πνιγμένη μα σε στεριά.
ο ήλιος να της ροδίζει τα μάγουλα άδοντας:
μαζί κι οι δυο ένας ναΐσκος,
ήλιος με φεγγάρι, ένας δίσκος.
Αν δεν μπορεί να σου χαρίσει την ευτυχία,
τουλάχιστο σε φυγαδεύει απ’ τη δυστυχία.
Σημείωση ποιητή : Στην αρχαία Αμαθούντα
υπάρχει αφιερωματικόςχώρος της Αριάδνης, στην οποία πόλη, σύμφωνα με ένα μύθο,
την έφερε ο Διόνυσοςαπό τη Νάξο, όπου την εγκατέλειψε ο Θησέας. Ένας άλλος
μύθος αναφέρει ότι ο Θησέας άφησε την εγκυμονούσα Αριάδνη στην Αμαθούντα για να
τη φροντίσουν οι ντόπιες γυναίκες.
Από την Ποιητική Συλλογή ‘ΠΕΡΙ
ΟΥΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ’, Εκδόσεις ΠΑΡΓΑ, Λευκωσία, Αθήνα, 2010.
ΑΝ ΝΑ
Ανάμεσα σε Ναι και Όχι, η αμφιβολία
με δηλητηριάζει κι ας μη με σκοτώνει, δική μου η καταδίκη και δε μ’ αφήνει
να γράφω ουράνιο τόξο στο σύγνεφό σου,
δεν μπορώ σαν σκέφτομαι πως «δεν μπορώ»,
στον κήπο φυτεύω Αν, φυτρώνει Όχι. Όμως
αν διαχέομαι στα εκτός, να εστιάσω στο εντός,
αν απέχω μεμψιμοιρώντας, να αντέχω σιωπηλός,
αν μείναμε υπόγεια, να βγει ο έρως μας υπέργεια.
να ακούμε με τα δάχτυλα, αν μας κόψουν τ’ αυτιά,
να κρατάμε με το στόμα, αν μας διαλύσουν τα χέρια,
να προχωράμε έρποντας, αν μας σπάσουν τα πόδια.
απ’ το Σπήλαιο του Πλάτωνα. Τώρα πιά
το Αν ας αντιστρέψω σε Να.
Από την Ποιητική Συλλογή ‘ΕΝΤΟΣ,
ΕΚΤΟΣ’, Εκδόσεις ΣΟΚΟΛΗ, Αθήνα, 2019.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.